Πλουμή - Παραγιουδάκης

Η παρέμβαση Κουκιαδάκη στο συνέδριο της ΚΕΔΕ


Με παρέμβασή του ο Αντιπεριφερειάρχης Ηρακλείου Ευριπίδης Κουκιαδάκης στη κοινή συνεδρίαση ΕΝΠΕ-ΚΕΔΕ στην Αθήνα για την επικείμενη αναθεώρηση του «Καλλικράτη και του Συντάγματος» από την Κυβέρνηση, αναφέρει σε βασικά σημεία της παρέμβασης του ότι:


Η διοικητική μεταρρύθμιση, «κατά κόσμον» ο Καλλικράτης, γεννήθηκε, υστέρα από μια δύσκολη και μακροχρόνια κυοφορία, ως ώριμο αίτημα της αυτοδιοίκησης που δυστυχώς αντιμετωπίσθηκε ως «μνημονιακός θεσμός» από τα κόμματα κυρίως της αριστεράς , που όχι μόνον εγκαταλείφθηκε στην τύχη του από τις εκάστοτε κυβερνήσεις , αλλά και χρησιμοποιήθηκε ως « αμορτισέρ» για την απορρόφηση των κραδασμών ανάμεσα στην εκάστοτε κυβέρνηση και τους πολίτες που δοκιμάζονται από την κρίση.

Η παντελής έλλειψη θεσμοθετημένων πόρων (ΚΑΠ)- οι αποδιδόμενοι δεν καλύπτουν ούτε τις λειτουργικές δαπάνες- δεν επιτρέπει στους Ο.Τ.Α. να αντιμετωπίσουν ακόμα και τα πιο μικρά ή μεσαία προβλήματα της καθημερινότητας των πολιτών (καθαρισμός ρεμάτων, συντηρήσεις οδικού δικτύου, κ.λ.π.) ενώ ο δημοκρατικός προγραμματισμός, αποτελεί το πιο κακόγουστο ανέκδοτο.

Τέλος παρά τις διατυπώσεις, τις υποσχέσεις και τις διαχρονικές δεσμεύσεις για το αντίθετο, κάθε φορά που κατατίθεται κάποιο πολυνομοσχέδιο (δεν υπάρχουν πλέον σχέδια νόμου) στη βουλή, ιδίως μετά από το κλείσιμο κάποιας αξιόλογης ή συμφωνίας (μνημονίου) πρέπει να αναζητούμε ποιος νέος ελεγκτικός μηχανισμός προστέθηκε στον μακρύ κατάλογο των ήδη υφιστάμενων ελεγκτικών μηχανισμών, ή ποιες αρμοδιότητες μεταφέρθηκαν χωρίς πόρους και μέσα που δεν ενδιαφέρουν το κεντρικό κράτος.



Κανείς δεν αρνείται τον έλεγχο νομιμότητας, τον οποίο προβλέπει και επιβάλει το ισχύον Σύνταγμα, ο οποίος λόγω και της πολυπραγμοσύνης των ελεγκτικών μηχανισμών, εξελίσσεται σε έλεγχο σκοπιμότητας που υπομονεύει τον σκληρό πυρήνα της αυτοδιοίκησης, της διοικητικής αυτοτέλειας αυτής, γιατί η οικονομική αυτοτέλεια, έχει ήδη υπονομευθεί και με τη δική μας ανοχή και αδράνεια, που αγγίζει τα όρια της συνενοχής με την διαχρονική παρακράτηση των ΚΑΠ ανάπτυξης.



Ο διάλογος που άνοιξε με αφορμή τη δημοσιοποίηση της προτάσεως της Κυβέρνησης ασφαλώς και πρέπει να συνεχιστεί αλλά η κοινή πρόταση μας με την ΚΕΔΕ πρέπει να αποκλείει όχι μόνο την Χωροταξική αναδιάρθρωση των πρωτοβάθμιων ΟΤΑ αλλά και κάθε άλλη ουσιαστική παρέμβαση, πριν την ουσιαστική εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων δηλ. πριν απελευθερωθεί η αυτοδιοίκηση από τα δεσμά της και πριν την στήριξή της με πόρους, μέσα και προσωπικό.



ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ



· Δεν συντρέχει λόγος για τον περιορισμό της θητείας των δημοτικών και των περιφερειακών αρχών στα τέσσερα χρόνια. Αντίθετα πρέπει τουλάχιστον να μας προβληματίσει η μείωση των θητειών όλων όσων έχουν εκτελεστική εξουσία.



· Η ταυτόχρονη διεξαγωγή των εκλογών στους δήμους και στις περιφέρειες δημιουργεί προβλήματα, στην εκλογή των περιφερειακών αρχών κυρίως, αλλά και αθέμιτες αλληλοεπιδράσεις.



· Έτσι, η εκλογή των περιφερειακών αρχών μπορεί να συνδυαστεί χωρίς προβλήματα με τις ευρωεκλογές.



· Οι σκέψεις αναβάθμισης των θεσμών της κοινωνικής συμμετοχής κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση.



· Ο τρόπος διακυβέρνησης και οργάνωσης και των δύο βαθμών αυτοδιοίκησης, πρέπει να τεθεί σε άλλες βάσεις.



· Το υφιστάμενο μοντέλο, αν δεν έκλεισε τον ιστορικό του κύκλο έχει μια σειρά λειτουργικών και θεσμικών προβλημάτων, που αδυνατίζουν το ρόλο των «κυρίαρχων» (συλλογικών) οργάνων, των δημοτικών και των Περιφερειακών Συμβουλίων και ενισχύουν ακόμα περισσότερο το ρόλο των μονοπρόσωπων οργάνων (Δημάρχων και Περιφερειαρχών).



· Το ισχύον εκλογικό σύστημα δίνει άνετη πλειοψηφία (των 3/5 των συμβούλων) στον πρώτο συνδυασμό, ο οποίος κατά την κρατούσα άποψη (όχι κατ΄ανάγκη και ορθή) πρέπει να έχει τη δυνατότητα να εφαρμόζει το πρόγραμμα του. Έτσι, με πρόσχημα την κυβερνησιμότητα ενισχύεται η παντοδυναμία των μονοπρόσωπων οργάνων.



· Η αναλογικότερη εκπροσώπηση των συνδυασμών θα ωφελούσε το θεσμό και τη λειτουργία του και την αναλογικότερη εκπροσώπηση των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων. Δεν αντιμετωπίζει όμως την υπερσυγκέντρωση «εξουσιών» στα μονοπρόσωπα όργανα, η οποία σύμφωνα με τη κριτική που ασκείται διαχρονικά στο υφιστάμενο «προσωποκεντρικό» σύστημα αποτελεί μείζον θεσμικό πρόβλημα, ίσως το μεγαλύτερο πρόβλημα του θεσμού το οποίο επεχείρησε να αντιμετωπίσει χωρίς επιτυχία ο «Καλλικράτης» με την εκλογή των χωρικών (γεωγραφικών) Αντιπεριφερειαρχών, την διαπαραταξιακή σύνθεση του προεδρείου των συλλογικών οργάνων, τη λειτουργία των παρατάξεων των Δημοτικών και Περιφερειακών Συμβουλίων, τη λειτουργία των εκτελεστικών επιτροπών, των οικονομικών και λοιπών επιτροπών.







· Η προτεινόμενη κατανομή του συνόλου των εδρών του Δημοτικού και Περιφερειακού Συμβουλίου από το πρώτο γύρο με το σύστημα της απλής αναλογικής, χωρίς την ταυτόχρονη θέσπιση κανόνων συλλογικής δημοκρατικής λειτουργίας των παρατάξεων και των μεταξύ τους προγραμματικών συνεργασιών, ανεξάρτητα από τις προθέσεις των συντακτών της, όχι μόνον δεν αποδυναμώνει τον προσωποκεντρικό χαρακτήρα του θεσμού, αλλά αντιθέτως τον ενισχύει αφού εκ των πραγμάτων οδηγεί σε προσωποκεντρικές συνεργασίες με όπλο την κατανομή «ρόλων» τις περισσότερες φορές χωρίς περιεχόμενο. Παρά ταύτα χωρίς να χάσουμε το δάσος ασχολούμενοι με το εκλογικό σύστημα η αναλογική εκπροσώπηση των παρατάξεων, πρέπει να μελετηθεί σοβαρά γιατί έκτος των άλλων εφόσον περιορισθούν οι πιθανές δυσλειτουργίες και ο «κίνδυνος» της «ακυβερνησίας» με την επίτευξη προγραμματικών συνεργασιών, εξασφαλίζει το διάλογο τη συλλογικότητα, τον πολιτικό (κοινωνικό) έλεγχο και εν τέλει τη διαφάνεια, το δημοκρατικό προγραμματισμό και την καλύτερη αξιοποίηση των ελάχιστων πόρων που έχουμε στη διάθεση μας.



· Η νομιμοποιημένη από τους πολίτες της έκφραση των νομών

(Π.Ε.) με σταθερή θητεία, εξασφαλίζει την συνέχεια και την ενότητα της διοίκησης οι δε άμεσα εκλεγμένοι Αντιπεριφερειάρχες αποτελούν σταθερό σημείο αναφοράς για τους πολίτες του νομού.



Η άμεση εκλογή των χωρικών Αντιπεριφερειαρχών στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, συνέβαλλε αποφασιστικά στη διαμόρφωση περιφερειακής συνείδησης και απορρόφησε με επιτυχία τις τοπικιστικές αντιθέσεις, που αποτελούσαν το μεγαλύτερο πρόβλημα ιδίως στις περιφέρειες με ισχυρά δίπολα και ακραίες τοπικές αντιπαραθέσεις.



· Είναι προφανές ότι με τον ν. 3852/2010 δεν ολοκληρώθηκε η περιφερειακή συγκρότηση, κυρίως γιατί με τη νέα αρχιτεκτονική της πρωτοβάθμιας αυτοδιοίκησης δεν ολοκληρώθηκε η διοικητική, οικονομική και θεσμική συγκρότηση των δήμων. Δηλαδή, γιατί πιο απλά δεν συγκροτήθηκαν οι ισχυροί Δήμοι, που θα μπορούσαν να ασκήσουν τις αρμοδιότητες των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων. Έτσι δεν ολοκληρώθηκε αυτό που αποφασίστηκε ομόφωνα στα συνέδρια της ΕΝΑΕ, η μετεξέλιξη (κανείς δεν μπορούσε τότε να μιλήσει για κατάργηση των νομών) της Νομαρχιακής σε Περιφερειακή Αυτοδιοίκηση.



· Μέχρι τότε ο νομοθέτης επεφύλαξε στις περιφερειακές ενότητες (νομούς σύμφωνα με την μελέτη του ΥΠΕΣ) και στους άμεσα «πακέτο» εκλεγμένους (κατά την ατυχή και εν πολλοίς προσβλητική διατύπωση της μελέτης) αντιπεριφερειάρχες ένα ιδιαίτερο ρόλο. Δεν είναι τυχαίο ότι οι Π.Ε. «έχουν» (είχαν) δικό τους προϋπολογισμό και οι χωρικοί Αντιπεριφερειάρχες, αρμοδιότητες εκχωρημένες από το νόμο και όχι από τους Περιφερειάρχες (π.χ. την ευθύνη της πολιτικής προστασίας, την εκτέλεση των αποφάσεων του Περιφερειακού Συμβουλίου, της Οικονομικής Επιτροπής και του Περιφερειάρχη που αφορούν το νομό).





· Με τις ρυθμίσεις αυτές επιδιώκεται η διατήρηση της ιδιότυπης «νομικής» οντότητας των Π.Ε., διατηρείται η «εκπροσώπηση» των πρώην νομών με την άμεση εκλογή των Αντιπεριφερειαρχών των Π.Ε., όχι για να διασπάται η ενότητα της Περιφέρειας, αλλά για να επιτυγχάνεται με τη συλλογική λειτουργία της εκτελεστικής επιτροπής στην οποία συντίθενται οι διαφορετικές απόψεις, η πραγματική και ουσιαστική ενοποίηση των περιφερειών και η άρση των τοπικών αντιθέσεων.



· Ο Καλλικράτης δεν θέλει τους Αντιπεριφερειάρχες των Π.Ε. «Νομάρχες», ούτε όμως και «βοηθούς εκπληρώσεως», αμέτοχους στον σχεδιασμό και στη συλλογική λήψη αποφάσεων.



· Ο «Καλλικράτης» βασίζεται στην αρχή «σχεδιασμός και προγραμματισμός» της ανάπτυξης στην περιφέρεια και υλοποίηση στο «νομό» (περιφερειακές ενότητες).



· Ακόμη με την άμεση εκλογή των Αντιπεριφερειαρχών, τις διατάξεις που προβλέπουν τη συλλογική, δημοκρατική λειτουργία των παρατάξεων, τη συμμετοχή των παρατάξεων της μειοψηφίας στο Προεδρείο, τη συγκρότηση και λειτουργία θεματικών επιτροπών με αποφασιστικές αρμοδιότητες κλπ. εκφράζεται η θέληση του νομοθέτη για συλλογική δράση της εκτελεστικής εξουσίας της Περιφέρειας, που στο σημείο αυτό αντιμετωπίζεται διαφορετικά από την εκτελεστική εξουσία των Δήμων, όπου διατηρείται η πανίσχυρη εξουσία του ενός. Οι περιφέρειες ως αναπτυξιακές, διοικητικές και προγραμματικές οντότητες είναι πολύ ισχυρές γι’αυτό και ο νομοθέτης, παρά τον κυρίαρχο ρόλο που αναγνωρίζει στους περιφερειάρχες, μικρούς πρωθυπουργούς, τους χαρακτήρισε ο τότε Πρωθυπουργός της χώρας, ταυτόχρονα, με την άμεση εκλογή των Αντιπεριφερειαρχών, επιδιώκει και κατά κάποιο τρόπο αντιμετωπίζει την παντοδυναμία των μονοπρόσωπων οργάνων, αυτό που χαρακτηρίζαμε ομόφωνα σε όλα τα συνέδρια της αυτοδιοίκησης «δημαρχονομαρχοκεντρικό» σύστημα.





· Η συγκατοίκηση ιδίως σε μεγάλες περιφέρειες πολλών ισχυρών κατά κανόνα προσωπικοτήτων, άμεσα εκλεγμένων και νομιμοποιημένων, δεν είναι εύκολη υπόθεση, αποτελεί «καθολικό γάμο» που λύεται μόνο με τον «θάνατο» (τη λήξη της θητείας την παραίτηση ή την αφαίρεση αρμοδιοτήτων).



· Η δυσκολία αυτή αντιμετωπίζεται μόνο με τη συλλογικότητα, την ενιαία αντίληψη, το κοινό όραμα και τον απόλυτο σεβασμό στο θεσμικό ρόλο καθενός, που επιτυγχάνεται με το θεσμοθετημένο διάλογο και την οργανωμένη ουσιαστική λειτουργία των εκτελεστικών επιτροπών. Καμία διάταξη νόμου δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τις ιδιαιτερότητές μας, είναι όμως αναγκαία η θέσπιση διατάξεων που απλοποιούν και αναδεικνύουν το ρόλο των προσώπων και των οργάνων, συλλογικών ή μονοπρόσωπων. Έτσι , αντί της δαιμονοποίησης και του αναθεματισμού του τρόπου εκλογής , οφείλουμε να προτείνομε ρυθμίσεις για την αντιμετώπιση των προβλημάτων και δυσλειτουργιών.





· Δεν ήταν επίσης τυχαίο, ότι οι άμεσα εκλεγμένοι (χωρικοί) Αντιπεριφερειάρχες, πριν την αύξηση (διπλασιασμό) του αριθμού των θεματικών Αντιπεριφερειάρχών, αποτελούσαν την πλειοψηφία των εκτελεστικών επιτροπών.



· Είναι γνωστό στους «παροικούντες εις την Ιερουσαλήμ» ότι η προηγούμενη Κυβέρνηση επεχείρησε ανεπιτυχώς, λόγω και των αντιδράσεων που προκληθήκαν να αλλάξει τον τρόπο εκλογής των χωρικών Αντιπεριφερειαρχών, γιατί υπήρξε κίνδυνος πολυδιάσπασης των υφιστάμενων κομματικών συνδυασμών, έκανε όμως κάτι πολύ χειρότερο, υπονόμευσε με την ανοχή όλων μας και τη συνενοχή πολλών εξ ημών, κάθε έννοια ή και απλή απόπειρα δημοκρατικού προγραμματισμού με την ενσωμάτωση (κατάργηση) των Κ.Α.Π. ανάπτυξης, με τις ανεπαρκείς ούτως η άλλως λειτουργικές δαπάνες.



Τα ελάχιστα εναπομείναντα έσοδα των Π.Ε. τα οποία προέρχονται από τα μειωμένα τέλη μεταβίβασης οχημάτων και το 50% των προστίμων, διατίθενται κατ΄ανάγκη για την κάλυψη λειτουργικών δαπανών (μεταφορά μαθητών, μισθωμάτων, ακινήτων κλπ).

Οι ΚΑΠ υποκαταστάθηκαν από το Πρόγραμμα Δημοσιών επενδύσεων, το οποίο διατίθεται χωρίς κριτήρια από τον εκάστοτε Υπουργό, στον προθάλαμο του οποίου συνωστίζονται οι αιρετοί της αυτοδιοίκησης. Η παρακράτηση (υπεξαίρεση) των ΚΑΠ υπονόμευσε πλήρως τον ρόλο του Περιφερειακού Συμβουλίου και των περιφερειακών συμβούλων, ιδίως της μειοψηφίας, ο οποίος περιορίζεται στην κατάθεση ερωτήσεων, επερωτήσεων και προτάσεων ψηφισμάτων, χωρίς να μηδενίζω τη διαδικασία αυτή, είναι φανερό ότι δεν μπορεί να αποτελεί το μοναδικό λόγο ύπαρξής των.

Η μακροσκελής (δυσανάλογη) αναφορά μου στον τρόπο εκλογής των χωρικών Αντιπεριφερειαρχών δεν έχει σχέση με τη σημερινή ιδιότητα μου, όπως εύκολα και πρόχειρα μπορεί να υποθέσει κανείς, αλλά από το πραγματικό διακύβευμα το οποίο υποκρύπτει η πρόταση αυτή, που δεν είναι άλλο από την ενίσχυση η μη του ρόλου των συλλογικών ή των μονοπρόσωπων οργάνων.

· Αξίζει τέλος να σημειωθεί ότι στις 197 σελίδες της πρότασης οι αναφορές στις Περιφέρειες είναι ελάχιστες γενικώς , ενώ δεν γίνεται καμιά αναφορά στους θεσμοθετημένους και συνταγματικά κατοχυρωμένους αλλά παρακρατημένους πόρους της Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης, παρά τις ορθές, σε διακηρυκτικό επίπεδο, σκέψεις της μελέτης για την ενίσχυση και την αναβάθμιση του ουσιαστικού ρόλου των θεσμών της ενδοδημοτικής και ενδοπεριφερειακής αποκέντρωσης, ώστε η τοπική αυτοδιοίκηση ακόμα και υπό την σημερινή ευρεία γεωγραφική και πληθυσμιακή συγκρότηση της, να βρίσκεται κοντά στον πολίτη.



· Η μελέτη απέφυγε να ασχοληθεί με την διαδικασία εκλογής, του Δ.Σ. της ΕΝ.ΠΕ., την σύνθεση αυτού (η οποία καθορίζει και τον τρόπο λειτουργίας του).



Στην διοίκηση της ΕΝ.ΠΕ. συμμετέχουν αυτοδίκαια όλοι οι περιφερειάρχες οι οποίοι και αποτελούν την πλειοψηφία του οργάνου (δεν ισχύει το ίδιο για τους δημάρχους, ούτε μπορούσε να συμβεί λόγω του μεγάλου αριθμού).



Η παρουσία των περιφερειακών συμβούλων, αριθμητικά ασήμαντη, προέρχεται κατά κανόνα από τις παρατάξεις μειοψηφίας.



Η αυτοδίκαιη συμμετοχή και των 13 περιφερειαρχών ισχυροποιεί ακόμη περισσότερο τον ρόλο τους, αποδυναμώνει πλήρως τη δυνατότητα συμμετοχής των περιφερειακών συμβούλων στη διοίκηση της ΕΝ.ΠΕ., ενώ αδυνατίζει, όπως απεδείχθη, τη λειτουργία της Διοίκησης, λόγω και του βεβαρυμμένου καθημερινού προγράμματος των περιφερειαρχών, οι οποίοι θεωρούν – ελάχιστοι όμως εξ’ αυτών το υποστηρίζουν δημόσια – ότι τα προβλήματα του θεσμού αντιμετωπίζονται με τον διορισμό των αντιπεριφερειαρχών από τους ίδιους.



Θα διακινδυνεύσω μια (ασφαλή) πρόβλεψη: όποιος αλλάζει το εκλογικό σύστημα λίγο πριν από τις εκλογές, για να το προσαρμόσει στα μέτρα του, κατά κανόνα υφίσταται τις συνέπειες.



Η καθιέρωση της απλής αναλογικής (την καθιέρωση της οποίας προσωπικά υποστηρίζω υπό προϋποθέσεις στις οποίες ήδη αναφέρθηκα), σε συνδυασμό με την αποδυνάμωση της έκφρασης του νομού και του βασικού κορμού των ψηφοδελτίων (την πακέτο – εκλογή περιφερειάρχη και αντιπεριφερειαρχών) θα ευνοήσει την ανεξέλεγκτη, χωρίς αρχές συναλλαγή μεταξύ παρεών και όχι παρατάξεων. Το λογαριασμό θα τον πληρώσει εν τέλει ο θεσμός, με παράπλευρες απώλειες πολλούς από τους εμπνευστές του εγχειρήματος, όχι ως «θεία δίκη», αλλά ως αναπόφευκτη συνέπεια της έλλειψης συγκροτημένων, βασισμένων σε αρχές και αξίες αυτοδιοικητικών παρατάξεων. Η αποδυνάμωση των κομμάτων και κατ’ επέκταση των κομματικών αυτοδιοικητικών παρατάξεων, ευνοεί την εξέλιξη αυτή.



· Τέλος, ο Κλεισθένης, το 508 π.Χ., όπως αναφέρει ο Αριστοτέλης στην «Αθηναίων Πολιτεία», ύστερα από την καθολική απαίτηση του αθηναϊκού λαού υποσχέθηκε να αποδώσει σ΄αυτόν τη διοίκηση της πολιτείας. Έτσι, διαίρεσε την αθηναϊκή πολιτεία σε δήμους με χωριστά όργανα και ξεχωριστή για τους δημότες κάθε δήμου προσωνυμία.

Τόσο ο Αθηναϊκός πολιτισμός, όσο και ο πολιτισμός των Λακεδαιμονίων είχαν ως βάση το θεσμό της αυτοδιοίκησης με απόλυτη αυτονομία της πόλης και των περιφερειακών κοινοτήτων.



Η συνένωση των πόλεων και των κοινοτήτων με διατήρηση της αυτονομίας τους, δημιούργησε το θεσμό της συμπολιτείας και του συνοικισμού σαν ένα είδος αυτοδιοικήσεως δευτέρου βαθμού, (τοπική αυτοδιοίκηση 1983 Σελ. 58) Δηλαδή ενώ πέντε αιώνες π.χ. γίνονται οι πρώτες σκέψεις δίδονται οι πρώτες υποσχέσεις και συγκροτούνται και λειτουργούν δύο επίπεδα αυτοδιοίκησης, εμείς πανηγυρίζαμε στις αρχές του 21ου Αιώνα γιατί έχουμε εκλεγμένα Περιφερειακά Συμβούλια.



Η ονομασία του προγράμματος των προτεινομένων μεταρρυθμίσεων «ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ», μπορεί να επιδιώκει την αποκατάσταση της ιστορικής τάξης, αλλά εν τοις πράγμασι αδικεί τον Κλεισθένη, που συγκρότησε σοβαρούς θεσμούς αυτοδιοίκησης.